Πολλά δεδομένα μεταβλήθηκαν στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής, και στο μείζον ζήτημα των ελληνοτουρκικών σχέσεων.
Την τελευταία δεκαετία γίναμε παρατηρητές της σκλήρυνσης της στάσης της Τουρκίας και μίας επικίνδυνης κλιμάκωσης σε πολλά μέτωπα. Μία πιθανή ερμηνεία είναι ότι η Τουρκία διεκδίκησε ζωτικό χώρο ως περιφερειακή δύναμη αξιοποιώντας την απροθυμία των παραδοσιακών υπερδυνάμεων να παρέμβουν, αλλά και την εκμετάλλευση της αστάθειας σε πολλά γεωγραφικά σημεία. Έτσι, η Τουρκία εισέβαλε στην Συρία διεκδικώντας ρόλο στην κατάρρευση του καθεστώτος Άσαντ, στις κουρδικές περιοχές του Ιράκ για λόγους εθνικής ασφάλειας, στον εμφύλιο στη Λιβύη για να αποκτήσει ερείσματα σε μία χώρα με ορυκτό πλούτο και στο Ναγκόρνο Καραμπάχ εις βάρος των Αρμενίων.
Οι διπλωματικές και επιχειρησιακές αμφισβητήσεις της Τουρκίας μπορούν να ερμηνευθούν με διαφορετικούς τρόπους. Ως μία οριστική απομάκρυνση από την σύνδεση με τον δυτικό-και ευρωπαϊκό ειδικότερα-κόσμο, ως μία τυχοδιωκτική κίνηση για την επιβολή τετελεσμένων και την διαμόρφωση μίας εικόνας κυριαρχίας, ως μία απόπειρα αναζήτησης πλούτου για μία χώρα σε δεινή οικονομική θέση, ως μία ακόμη έκφραση του εθνικισμού, ο οποίος κυριαρχεί στη χώρα.
Δεν πρέπει να παραβλέπουμε τις διπλωματικές μας επιτυχίες. H Ελλάδα είχε κατορθώσει να υπερβεί αγκυλώσεις του παρελθόντος δημιουργώντας διμερείς επαφές με Ισραήλ, Αίγυπτο, Σαουδική Αραβία, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα ενώ στην Ευρώπη κατορθώνει την στοίχιση των εταίρων με τις εθνικές προτεραιότητες.
Η σχέση με τις ΗΠΑ καθίσταται ισχυρή και μάλιστα από διακομματική συναίνεση και διαδοχικές κυβερνήσεις. Η βάση στη Σούδα αναβαθμίστηκε, και μια νέα στρατιωτική συνεργασία στην Αλεξανδρούπολη και τη Λάρισα αναπτύσσεται. Οι ΗΠΑ απειλούν με επιβολή κυρώσεων την Τουρκία λόγω των S-400 και δεν αποδέχονται βέβαια περιφερειακό ρόλο για την γείτονα, με τον τρόπο που αυτή τον επιδιώκει.
Πρέπει να είναι σαφές προς κάθε κατεύθυνση ότι η χώρα μας είναι προσηλωμένη στις διπλωματικές σχέσεις γι' αυτό και συμμετέχει στις τακτικές συναντήσεις με την τουρκική πλευρά. Έχει δηλώσει ότι προτίθεται να συναινέσει για την από κοινού παραπομπή ζητημάτων στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Δεν πρόκειται να συρθεί όμως σε μία λογική υποχώρησης ή κατευνασμού της Τουρκίας. Η Ανατολική Μεσόγειος είναι ζωτικός χώρος πρωτίστως για την Ευρώπη, και η Ελλάδα μπορεί να εγγυηθεί τα συμφέροντά της με διπλωματικά και επιχειρησιακά μέσα.
Άλλο ζήτημα που πρέπει να αποσαφηνιστεί είναι ότι η Ελλάδα δεν λειτουργεί τυχοδιωκτικά αναμένοντας, την πτώση του Ερντογάν λόγω της πίεσης από την οικονομική κρίση. Ακολουθούμε μία διπλωματία αρχών και πιστεύουμε ότι υφίσταται η κατάλληλη συγκυρία για να δρέψουμε τους καρπούς της τακτικής μας. Η Τουρκία πάντοτε θα διατηρεί μία σημαντική γεωστρατηγική θέση για τα δυτικά συμφέροντα. Όταν εκλείψει πολιτικά ο Ερντογάν, το ενδιαφέρον αυτό θα αναζωογονηθεί, και πιθανόν να αποκατασταθεί η διπλωματική συνεννόηση.
Στα διμερή, όμως, ζητήματα Ελλάδας-Τουρκίας πρέπει να κατανοήσουμε ότι ελάχιστα θα μεταβληθούν οι τουρκικές απαιτήσεις, καθώς αυτές τις ενστερνίζονται κυρίαρχες πολιτικές ελίτ, που θα βρεθούν σε θέσεις εξουσίας μετά τον Ερντογάν, υποστηριζόμενες από ισχυρή κουλτούρα εθνικισμού.
Πατήστε εδώ για να διαβάσετε το άρθρο όπως δημοσιεύθηκε στα "ΝΕΑ" της 23ης-26ης Δεκεμβρίου 2021